ΤΑ ΥΦΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

THE WOVEN FABRICS OF CRETE

EN GR
ifanta

ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ ΤΗΣ ΥΦΑΝΤΙΚΗΣ

THE ALPHABET OF WEAVING

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΥΦΑΝΤΙΚΗΣ

TEXTILE TOOLS

Τα κυριότερα υφαντά της Κρήτης

The main woven fabrics of Crete

κατ' αλφαβητική σειρά

in alphabetical order

— A

Αθομαντήλα (η). Χοντρό, συνήθως τετράγωνο υφαντό, με το οποίο σκέπαζαν μέσα στο κοφίνι τα ρούχα της μπουγάδας. Επάνω στην αθομαντήλα έβαζαν τον άθο(στάχτη) και μετά έριχναν στον άθο καυτό νερό. Οι αθομαντήλες σπάνια είχαν διακόσμηση. Όταν ήταν διακοσμημένες είχαν απλά σχέδια, γεωμετρικά ή φυτικά, τοποθετημένα στις δύο πλευρές, κάτω και πάνω.

Αναβόλι (το). Μικρή θήκη μαξιλαριού. Τη γέμιζαν με χώμα ή λουλούδια, για να ακουμπήσει το κεφάλι του νεκρού. Συνήθως δεν ήταν διακοσμημένη. Σε μερικές περιπτώσεις υπάρχει ένας σταυρός στη μέση.

Ανάπλες (οι). Πολύ ελαφρά σκεπάσματα. Χρησιμοποιούνται από τους χωρικούς που κοιμούνται στο ύπαιθρο τους καλοκαιρινούς μήνες. Επίσης, τις μεταχειρίζονται για τη συγκομιδή του ελαιοκάρπου. Η διακόσμησή τους είναι εναλλασσόμενες ραβδώσεις με ποικιλία χρωμάτων.

Αρδαχτερή (η), αρδαχτοκρέμαση (η),αρδαχτοθήκη (η). Μικρό στενόμακρο υφαντό, απαραίτητο σε κάθε σπιτικό. Η αρδαχτερή έπρεπε να είναι τοποθετημένη και τεντωμένη στον τοίχο.Εκεί κρεμούσαν τα αρδάχτια για να είναι ίσια. Η διακόσμησή της είναι συνήθως γεωμετρική και τα χρώματα ποικίλλουν ανάλογα με τις περιοχές.

Αρτόπανο (το), ψωμομαντήλα (η). Υφαντό αρκετά μεγάλο, παραλληλόγραμμο. Χρησίμευε για να σκεπάζουν τα ψωμιά, όταν τα πήγαιναν στην εκκλησία να τα ευλογήσει ο παπάς ή όταν τα πήγαιναν στο φούρνο. Συχνά σκέπαζαν μ’αυτό και τη ζύμη, για να επιταχύνουν το φούσκωμά της.Τις περισσότερες φορές τα διακοσμητικά σχέδιά του, τοποθετημένα σε ζώνες στις δύο στενότερες πλευρές, παριστάνουν εκκλησίες, σταυρούς και, γενικά, θρησκευτικά σύμβολα. Η διακόσμηση αυτή μαρτυράει τη βαθύτερη επιθυμία να ευλογηθεί το ψωμί από το Θεό.

Anaples, monaples. Very light blankets used by villagers sleeping outside in the summer months. These were also used for the olive harvest. They are decorated with alternating stripes in various colours.

Anavoli, A small pillowcase filled with earth or flowers for placing under the head of the dead in the coffin. Usually undecorated, although in some cases there is a small cross in the centre.

Ardachteri, ardachtokremasi, ardachtothiki. A small strip of fabric found in every household, stretched on a wall. It was used to hang spindles (ardachtia) to keep them straight. The decoration is usually geometric and the colours vary from place to place.

Artopano, psomomandila. A relatively large, rectangular cloth used to cover the bread (artos) being taken to church for blessing by the priest or to the baker’s. It was often used to cover the dough to make it rise faster. The decorative motifs are placed in bands on the two narrow ends and usually depict churches, crosses and other religious symbols. This decoration betrays a deeper wish for the bread to be blessed by God.

Athomandila, A thick, usually square piece of material with which the laundry was covered in the basket. Ash (athos) was placed on the athomandila and hot water poured on it. Athomandiles were rarely decorated. When they were, it was with simple geometrical or plant motifs on both sides, above and below.

— B

Βαγιόλι (το). Μακρόπετσα, πετσέτα μακρόστενη, υφασμένη με άψητο μετάξι. Την έστρωναν στη μέση του τραπεζιού για στόλισμά του. Επίσης, την κρεμούσαν δεμένη κόμπο για να κοσμήσουν τους τοίχους σε μέρες γιορτινές.

Βελέντζα (η). Χοντρή πατανία-κλινοσκέπασμα. Βάφεται κόκκινη και τα διακοσμητικά θέματά της είναι ποικίλα.

Βούργια (η), βουργιαλάκι (το), βουργιάλι (το), βουργίδι (το). Χαρακτηριστικό σακούλι της Κρήτης για πολλές και διάφορες χρήσεις. Κρεμιέται στους ώμους από τα βαστάγια (κορδόνια) σαν σακίδιο. Στη βούργια, οι χωρικοί έβαζαν το φαγητό τους και το φλασκί με το κρασί, που έπαιρναν μαζί τους, όταν είχαν να κάνουν δρόμο ή αγροτικές δουλειές. Τα παλαιότερα χρόνια, στις μάχες συνήθιζαν να βάζουν την πυρίτιδα και τις σφαίρες τους. Το βουργιαλάκι είναι μικρότερη βούργια και χρησιμοποιείται ιδιαίτερα για τα γεμίδια ή καλοψύκια, τους καρπούς, δηλαδή, που έβαζαν μέσα στους σάκους με τα υφαντά της προίκας. Στις βούργιες, τα βουργιάλια, τα βουργίδια και τα βουργιαλάκια, τα κορδόνια είναι έτσι περασμένα, ώστε τα σακούλια αυτά να μπορούν να σουρώνουν και να κλείνουν. Ονομαστές είναι οι βούργιες των Ανωγείων. Στις βούργιες κυριαρχεί η γεωμετρική διακόσμηση. Αυτή είναι τοποθετημένη σε ζώνες και καλύπτει τη μια πλευρά της βούργιας ολόκληρη, αυτή που φαίνεται όταν είναι κρεμασμένη από τους ώμους. Η άλλη πλευρά που δεν φαίνεται, γιατί το πίσω μέρος ακουμπά στην πλάτη, είναι απλά διακοσμημένη με ρίγες. Στις βούργιες, στον κάμπο (φόντο) επικρατεί το κόκκινο χρώμα, στα ξόμπλια ή πλουμίδια (διακόσμηση) παρατηρούμε ποικιλία χρωμάτων. Στις ραφές, ήταν ραμμένες με μια ειδική βελονιά, τον τροχό. Σε αρκετές βούργιες, συχνά ήταν περασμένο στα κορδόνια, στο μέρος πού έδεναν, ένα μικρό πολύχρωμο κορδονάκι με μικρές φούντες. Το έδεναν εκεί, για να προστατεύει από το κακό μάτι.

Bagali. Usually a single piece of cloth used as a sofa cover or for swaddling infants. Bagalia are completely covered in beautiful, multicoloured geometrical designs in various combinations. Most bagalia bear the outline of a church in a double or multiple line.

Banda. One of the most important ornaments of the house, this is a richly-decorated wall-hanging. It may bear plant and animal motifs, blessings, mottos and historical figures.

— Δ

Δισάκι (το). Είδος σακουλιού. Δε μοιάζει με τη βούργια, είναι απλό σακούλι με κορδόνια, που δένονται όπως της βούργιας. Η διακόσμηση καλύπτει και τις δύο πλευρές από το δισάκι. Είναι συνήθως γεωμετρική, τοποθετημένη σε ζώνες. Τα παλαιότερα δισάκια ήταν βαμμένα με φυτικές ουσίες σε απαλούς χρωματισμούς. Στα νεότερα διακρίνουμε στοιχεία φυτικής και ζωικής διακόσμησης και τα χρώματα είναι πιο έντονα, πιθανόν με βαφές του εμπορίου.

— D

Disaki. A kind of simple bag with drawstrings like those of the vouryia, which it does not otherwise resemble. The decoration is usually bands of geometrical motifs, covering both sides. Older disakia were dyed with plant dyes in light shades. More modern ones have plant and animal motifs and the colours are brighter, probably due to commercial dyes.

Drouvas. A large, deep saddlebag used for transporting goods. It is usually decorated with bands of geometrical motifs in one or many colours.

— Κ

Καναπεδόγυρος (ο). Στενόμακρο υφαντό που κυκλώνει το κάτω του καναπέ, έτσι ώστε να κρύβει τα πόδια του. Οι καναπεδόγυροι είναι συνήθως άσπροι, σπανιότερα κίτρινοι. Η διακόσμηση, όταν έχουν, είναι τις πιο πολλές φορές φυτική.

Καρπέτες (οι). Πολύ χοντρές πατανίες (κλινοσκεπάσματα). Συνήθως κόκκινες με χοντρά εντυπωσιακά σχέδια. Δε θεωρούνται πρώτης τάξεως πατανίες.

Κασελοσκέπασμα (το). Ανάλογα με το μέγεθος της κασέλας, ύφαιναν και το κασελοσκέπασμα, σε διάφορα χρώματα. Τα διακοσμητικά θέματα είναι γεωμετρικά, φυτικά, ζωικά και αρκετά συχνά παρατηρούμε ανθρώπινες παραστάσεις, κυρίως ένα θέμα αγαπητό στην Κρήτη, το χορό.

Κιλίμι (ο). Βαρύ κλινοσκέπασμα, κατάκοσμο. Τα κιλίμια της ανατολικής Κρήτης είναι ονομαστά. Κύριο γνώρισμα της διακόσμησής τους είναι το γεωμετρικό σχέδιο με ωραιότατους συνδυασμούς χρωμάτων. Ο κάμπος είναι ολόγιομος και τα γεωμετρικά σχέδια, που είναι αδύνατο να υπολογισθούν, είναι τοποθετημένα σε ζώνες. Κάθε ζώνη έχει συνήθως διαφορετικό θέμα και καλύπτει όλο το πλάτος του υφαντού.

Κιλύφι (το). Οι μαξιλαροθήκες του κρεβατιού, υφασμένες συνήθως όπως τα σεντόνια, που στρώνονται μαζί.

Κουρτινάκια (τα). Τα έβαζαν μπροστά στο εικονοστάσι με τα εικονίσματα. Η διακόσμησή τους ήταν συνήθως φυτική και στο κέντρο τοποθετούσαν ένα σταυρό.

Κουρτίνες (οι). Σπάνιζαν τα παλιότερα χρόνια στα κρητικά σπίτια. Όταν άρχισαν να τι βάζουν, τα χρώματά τους ήταν ανοικτά και τα διακοσμητικά σχέδιά τους δεν παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία.

Κρεβατόγυρος (ο). Μακρόστενο υφαντό. Ζώνει το κάτω μέρος του κρεβατιού, έτσι ώστε να κρύβει τα τρίποδα που υποβαστάζουν τις τάβλες του. Απαντούν ωραιότατοι κρεβατόγυροι σε διάφορους χρωματισμούς. Τα διακοσμητικά θέματά τους είναι φυτικά και ζωικά, σπανιότερα γεωμετρικά.

— F

Faskia. A long, narrow swaddling cloth, usually covered with geometrical motifs, or with the outline of a church at the ends.

Faskioni. Narrower swaddling cloths wrapped around the baby’s kidneys ‘to hold them in’.

— Λ

Λαζάρι (το). Υφαντό για το λαζάρωμα (περιτύλιγμα) του νεκρού. Απλό, χωρίς διακόσμηση ή με ένα σταυρό, ήταν ένα υφαντό σε χρώμα άσπρο, που υπήρχε στην κασέλα σχεδόν κάθε ηλικιωμένου προσώπου.

— H

Harari. A large sack as high as a man. Hararia were woven using goat hair shorn in the spring.

Havlia. Long, narrow woven cloths made of two pieces of material, always woven in the kouskouses style. Used by women when bathing.

Hirami, hrami. A lighter bedcover, usually made of two pieces of material. The two narrower ends are decorated with plant, animal and human motifs in various colours.

— Μ

Μακάθια (τα). Τα καλύμματα που σκέπαζαν την πλάτη και το κάθισμα του καναπέ. Κάθε καναπές είχε δύο μακάθια. Το πανωμάκατο και το κατωμάκατο. Ήταν άσπρα ή κίτρινα, και όταν είχαν διακόσμηση ήταν όμοια με αυτή που είχε ο καναπεδόγυρος.

Μακατιλίκι (το). Το σκούρο κάλυμμα του καναπέ, όπου τοποθετούσαν τα μακάθια.

Μονάπλες (οι). Λέγονται οι ανάπλες στο Μεραμπέλλο.

Μπαγκάλι (το). Μονόφυλλο συνήθως, το χρησιμοποιούσαν σαν μακατιλίκι, για να σκεπάζουν τον καναπέ και επίσης για να τυλίξουν τα βρέφη. Τα μπαγκάλια είναι ολόγιομα με ωραιότατη γεωμετρική διακόσμηση. Τα χρώματα είναι ποικίλα σε διάφορους συνδυασμούς. Σχεδόν σε όλα τα μπαγκάλια απαντά το περίγραμμα μιας εκκλησίας με διπλή ή πολλαπλή γραμμή.

(Μ)πάντα (η). Είναι από τα κυριότερα στολίδια του σπιτικού. Κρεμιέται στον τοίχο και προσφέρει στο μάτι μια χαρούμενη εικόνα. Τα διακοσμητικά σχέδια της (μ)πάντας είναι πολλά. Εκτός από φυτικά και ζωικά θέματα, διακρίνονται ευχές, ρητά και ιστορικά πρόσωπα.

— K

Kanapedogyros. A long, narrow valance placed around the lower part of the sofa to hide the legs. These are usually white and more rarely yellow. Any decoration usually consists of plant motifs.

Karpetes. Very thick bedcovers, usually red with thick, impressive motifs. These are considered second-class patanies.

Kaseloskepasma. This chest cover was made to fit the wooden chest (kasela). The decoration, in various colours, consists of geometric, plant and animal motifs. There are also human figures, usually dancing, a beloved Cretan theme.

Kilimi. A heavy, richly decorated bedcover. The kilimia of east Crete are famous. Their basic decorative feature is geometrical designs in lovely colour combinations. The ground is filled and the countless geometrical motifs are placed in bands across the whole width of the fabric, each in a different pattern.

Kilyfi. A pillowcase, usually woven to match the sheets.

Kourtinakia. Small curtains placed in front of the icon stand. The decoration usually consisted of plant motifs with a cross in the centre.

Kourtines. Curtains were rare in Cretan houses. When they were introduced, they were woven in light colours and a limited range of decorative motifs.

Krevatogyros. A long, narrow valance placed around the lower part of the bed to hide the trestles. There are many beautiful valances in various colours, decorated with plant and animal motifs and, more rarely, geometric patterns.

— Ν

Ντρουβάς (ο). Μεγάλο βαθύ σακούλι. Χρησιμοποιείται για μεταφορές και κρεμιέται στο σαμάρι των ζώων. Συνήθως είναι διακοσμημένο με γεωμετρικά σχήματα, τοποθετημένα σε ζώνες. Υπάρχουν μονόχρωμοι και πολύχρωμοι ντρουβάδες.

— L

Lazari. A winding-sheet for the lazaroma of the dead. A simple white cloth, undecorated or bearing a cross, found in the chest of every elderly person.

— Π

Παραδοσάκουλο (το). Πολύ μικρό σακουλάκι, πολύχρωμο ή μονόχρωμο. Με τη βοήθεια κορδονιών σουρώνει και κλείνει καλά. Χρησιμοποιείται ως πορτοφόλι.

Πατανία (η). Από τα πιο χαρακτηριστικά της κρητικής υφαντικής τέχνης. Συνήθως η πατανία (το κλινοσκέπασμα) είναι τρίφυλλη και χρησιμοποιείται εκτός από κλινοσκέπασμα και για στόλισμα του σπιτιού. Όσες πατανίες δε μεταχειριζόταν η κοπέλα, όταν άνοιγε το σπιτικό της, τις περνούσε διπλωμένες σε ένα ξύλο στρογγυλό και μακρύ, τοποθετημένο ψηλά στον τοίχο. Σε ορισμένες περιοχές αυτό το ξύλο λεγόταν δέμπλα και σε άλλες κοντάδα. Όπως ήταν ψηλά διπλωμένες και κρεμασμένες οι πατανίες, η μία δίπλα στην άλλη, φαινόταν πάντα η πλευρά με τη μεγαλύτερη και πλουσιότερη διακόσμηση. Υπάρχουν πατανίες, στις οποίες κάθε φύλλο έχει και άλλο θέμα. Συνήθως στο μεσαίο φύλλο της κάτω πλευράς είναι το κυρίως θέμα ή το κύριο πρόσωπο. Ανάλογα με την πολύπλοκη τεχνική της ύφανσης, οι πατανίες παίρνουν διάφορα ονόματα, όπως πατητή, σταυρωτή, ορθοστήμονη, δεξιμάτη, κουσκουσελίδικη, ξομπλιαστή, σόσκουλη, σκουλάτη, πλουμάτη, περαματιστή, ρασοδεξιμάτη, κιλιμάτη, πιττάτη, μπελεντένια. Όταν στις πατανίες, στη μέση ή σε μία πλευρά, είναι ένα στεφάνι με φυτική διακόσμηση, αυτό δηλώνει την πατανία του γάμου.

Παλέτσα (η). Πατανία υφασμένη από καθαρό λινάρι. Μπορούσε όμως να είναι και από μαλλί, αλλά δεύτερης ποιότητας. Την παλέτσα την έπαιρναν μαζί τους στους αγρούς, για να καθίσουν επάνω (‘πέντε παιδιά μεγάλωσα πάνω στην παλέτσα’, ιστόρησε μια αγρότισσα, που ήταν αναγκασμένη να παίρνει τα παιδιά της στους αγρούς). Τις παλέτσες τις χρησιμοποιούσαν και για αγροτικές δουλειές.

Πετσέτα (η), πέτσα (η), πέτζα(η). Από τα σημαντικότερα υφαντά της προίκας, η πέτσα-πέτζα, το προσόψι, αποτελεί ειδικό κεφάλαιο μελέτης και έρευνας για τη χρήση και τα διακοσμητικά θέματά της. Λέγεται μακρόπετσα όταν είναι πιο μακριά από τις συνηθισμένες, τραπεζόπετσα όταν την στρώνουν στο τραπέζι και ταβλόπετσα όταν χρησιμεύει για να στρώνουν την τάβλα. Επίσης λέγεται και πετσέτα. Η πέτσα-πετσέτα ήταν απαραίτητη στα σημαντικά γεγονότα του κύκλου της ζωής, στον έρωτα, στον αρραβώνα, στο γάμο, στο χορό, στα βαφτίσια, στο θάνατο. Έτσι εξηγείται και ο μεγάλος αριθμός που ύφαινε -εκατόν πενήντα ως διακόσιες- κάθε κοπέλα για την προίκα της. Οι πέτσες της καθημερινής χρήσης ήταν πιο απλές και λιγότερο διακοσμημένες, ενώ εκείνες, που χάριζαν στα πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής, ήταν πολύ προσεγμένες στην ύφανση και πολλές φορές τα διακοσμητικά σχέδια και τα θέματά τους είχαν σχέση με τη χρήση τους.

Περδικόπανο (το). Υφαντό μικρό σε χρώμα πέρδικας. Το χρησιμοποιούσαν στο κυνήγι της πέρδικας.

Προσώμι (το). Στενόμακρο υφαντό, που οι γυναίκες έριχναν στον ώμο τους για ν’ ακουμπήσουν τη στάμνα. Η διακόσμησή του είναι συνήθως γεωμετρική, σπανίως απαντούν άλλα θέματα. Υπάρχουν και προσώμια σε σχήμα μικρού μαξιλαριού.

Προσώπατα (τα). Οι μαξιλαροθήκες του κρεβατιού, οι πλευρές της μαξιλαροθήκης.

— M

Makathia. Sofa-covers for the back and seat of the sofa. Each sofa had two, the upper panomakato and the lower katomakato. They were white or yellow, and any decoration matched that of the kanapedogyros.

Makatiliki The dark sofa cover on which the makathia were placed.

Μonaples anaples. Very light blankets used by villagers sleeping outside in the summer months. These were also used for the olive harvest. They are decorated with alternating stripes in various colours.

— Ρ

Ριχτάρια (τα). Οι τετράγωνες μαξιλαροθήκες για το στολισμό του κρεβατιού ή του καναπέ. Το στεφανάκι σημαίνει το γάμο.

Ροκαδέτη (η), ροκόδεμα (το). Στενόμακρο μικρό υφαντό. Έδεναν το μαλλί πάνω στη ρόκα.

Paletsa. A patania woven of pure linen. It could also be of wool, but this was second-best. The paletsa was taken to the fields for sitting on (‘I brought up five children on the paletsa’, said a farmer’s wife who had to take her children to the fields with her). Paletses were also used for farming work.

Paradosakoulo. Moneybag. A very small drawstring purse in one or more colours.

Patania. Bedcover. One of the most characteristic examples of Cretan weaving, the three-panel patania is also used as a household decorative feature. When the bride set up her new home, any patanies not in use were folded and hung over a long dowelling rod called a dembla or kondada high on the wall. The patanies were hung side by side, with the best, most richly-decorated side showing. On some each panel has a different pattern. Usually the lower half of the middle panel bears the main motif or figure. Patanies have many names according to the complex weaving style used, such as patiti, stavroti, orthostimoni, deximati, kouskouselidiki, xombliasti, soskouli, skoulati, ploumati, peramatisti, rasodeximati, kilimati, pittati, beledenia. The wedding patania has a wreath motif with plant decoration in the centre or on one side.

Perdikopano. A small, partridge-coloured cloth, used in hunting partridge (perdika).

Petseta. petsa, petza. Napkin or facecloth, one of the most important dowry fabrics. Its use and decorative motifs form a whole chapter of study and research. It is called a makropetsa when it is longer than usual, a trapezopetsa when it is used as a table napkin and a tavlopetsa when it is laid on the tavla (rough board table). It is also called a petseta. The petsa was an indispensable feature of the major events of life - love, engagement, marriage, dancing, christenings, death. That is why each girl wove so many - 150 to 200 - for her dowry. Petses for everyday use were simpler and less ornate than those given away at important events, which were very carefully woven, often with decorative motifs related to their use.

Prosomi. A long, thin strip of material that women placed on one shoulder as a pad when carrying water jars. The decoration is usually geometric, with other patterns used rarely. Some prosomia are in the shape of a small cushion.

Prosopata. Pillowcases, the sides of the pillowcase.

— Σ

Σακούλι (το). Λέγεται η βούργια στη δυτική και στην ανατολική Κρήτη. Το σχήμα, τα κορδόνια, ο τρόπος δεσίματος και η χρήση είναι όπως της βούργιας. Είναι σχεδόν πάντοτε διακοσμημένο με ρίγες σε διάφορα χρώματα.

Σακούλια (τα). Λέγονται διάφορα σακούλια για το μέτρημα του καρπού. Λέγονται και μουζουροσάκουλα. Τα μουζούρια είναι κατάλοιπα βενετικού μέτρου. Η διακόσμηση είναι απλή γεωμετρική ή με ρίγες.

Σάκοι (οι). Είναι μεγάλοι σάκοι, όπου τοποθετούσαν τα αλεύρια. Συνήθως ήταν μονόχρωμοι άσπροι με λίγες ρίγες. Φάρδοι ήταν οι αγοραστοί σάκοι.

Σαμαροσκέπασμα (το). Υφαντό αρκετά μεγάλο, για να σκεπάζει το σαμάρι.

Σεντόνι (το). Το υλικό, η ύφανση, καθώς και τα διακοσμητικά σχέδια ποικίλλουν, και ανάλογα ποικίλλουν και οι ονομασίες των σεντονιών. Έτσι έχουμε: τα κεναράτα, τα καρουδάτα ή σαντρατσιλίδικα, τα λινά, τα μεταξοφάδιαστα, τα ράσινα, τα σαϊτάρικα, τα συρτά, τα χασιλαμαδένια ή χαχιλαμαδένια ή τους χασιλαμάδες.

Σιντσαντές (ο). Υφαντό που έριχναν πάνω στα ζώα.

Στρωμάτσα (η), στρωματόντυμα (το). Είναι το ντύμα στρώματος κρεβατιού. Συνήθως διακοσμημένο με ραβδώσεις σε δύο χρώματα.

— R

Richtaria. Square pillowcases for decorating a bed or sofa. The small wreath denotes marriage.

Rokadeti. A small strip of cloth used to tie the wool in place on the distaff (roka).

— Τ

Τάπητας (ο). Πολύ βαρύ υφαντό για το πάτωμα.

Τραπεζομάντηλο (το). Σκεπάζει το τραπέζι. Διακοσμημένο με φυτικά και ζωικά θέματα, αποτελεί χαρούμενο στόλισμα του σπιτικού. Όταν το τραπέζι ήταν τοποθετημένο στη μέση της κάμαρας, η διακόσμηση ήταν και στις τέσσερις πλευρές. Όταν το τραπέζι ακουμπούσε στον τοίχο, η διακόσμηση κάλυπτε τις τρεις πλευρές.

Τσουλουπατανίες (οι). Πατανίες πιο πρόχειρα υφασμένες με τσούλια, κουρέλια.

— S

Saki. Large flour sacks, usually white with a few stripes. Ready-made sacks were called fardi.

Sakouli. The word for a vouryia in east Crete, a bag of identical shape, drawstrings and use. It is almost always decorated with multicoloured stripes.

Sakoulia. Various sacks for measuring grain and fruit, also known as mouzourosakoula. A mouzouri was a Venetian measure of weight. The sacks are decorated with a simple geometric pattern or a few stripes.

Samaroskepasma. A fairly large saddlecloth.

Sendoni. A sheet. The material, weaving and decoration vary, as do the names of each type of sheet: kenarata, karoudata or sandratsilidika, lina, metaxofadiasta, rasina, saitarika, syrta, hasilamadenia or hahilamadenia or hasilamades.

Sintsandes. Covering for pack animals.

Stromatsa, stromatodyma. Mattress cover, usually decorated with stripes in two colours.

— Φ

Φασκιά (η). Απαραίτητο στενόμακρο υφαντό για να τυλίγουν τα μωρά. Σε όλο της το μάκρος ήταν διακοσμημένη συνήθως με γεωμετρικά σχέδια, ή στις άκρες με το περίγραμμα μιας εκκλησιάς.

Φασκιόνι (το). Στενότερες φασκιές, που τύλιγαν τα μωρά ‘για να συγκρατούν’ τα νεφρά τους.

— T

Tapitas. Carpet. A very heavy woven floor covering.

Trapezomandilo. Tablecloth. Decorated with plant and animal motifs, it is a pretty household decoration. If the table was in the centre of the room, the tablecloth was decorated on all four sides, but if the table was placed against a wall, only three sides were adorned.

Tsoulopatanies. Bedcovers (patanies) roughly woven from rags (tsoulia).

— Χ

Χαβλιά (τα). Είναι στενόμακρα υφαντά με δύο φύλλα, πάντοτε υφασμένα με την τεχνική του κουσκουσέ. Τα χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες όταν έκαναν λουτρά.

Χαράρι (το). Είναι μεγάλος σάκος, ως το ανάστημα του ανθρώπου. Τα χαράρια τα ύφαιναν με τρίχες από κατσίκια που κούρευαν την άνοιξη.

Χ(ι)ράμι (το). Ελαφρότερο, συνήθως δίφυλλο κλινοσκέπασμα. Διακοσμημένο στις δύο στενότερες πλευρές με φυτικές, ζωικές και ανθρώπινες παραστάσεις, σε διάφορα χρώματα.

— V

Vayioli. A table runner woven of raw silk. It was placed in the centre of a table, or tied in a loose knot and hung on the wall as a decoration on feast days.

Velentza. A heavy patania bedcover, dyed red with various decorative motifs.

Vouryia, vouryialaki, vouryiali, vouryidi. A characteristic multi-purpose Cretan bag. It is hung from the shoulders by the vastayia (drawstrings) like a rucksack. Villagers carried their lunch and wine flask in the vouryia when travelling or going to the fields. In wartime, vouryies were also used to carry powder and shot. The vouryialaki is a smaller vouryia, used particularly for the gemidia or kalopsykia, the nuts placed in the sacks containing the bride’s woven dowry. All these types of bag are closed by drawstrings. The vouryies of Anoyia are famous. The decoration is usually geometric, in bands covering the whole outer side of the vouryia, visible when the bag is hung from the shoulders. The side which does not show has a simple linear decoration. The background is generally red with multicoloured motifs called xomblia or ploumidia. The seams were sewn with a special needle, the trochos. Many vouryies have a small colourful ribbon with little tassels attached to the drawstring tie, to protect against the ‘evil eye’.

ifanta-image

Εργαλεία υφαντικής

Textile tools

geniki

Η ύφανση γινόταν με τον αργαλειό ή αργαστήρι ή τελάρο, όπως ονομάζεται ο υφαντικός ιστός στην Κρήτη. Ο αργαλειός κατείχε κύρια και ξεχωριστή θέση στο κρητικό σπίτι. Yπάρχουν διάφοροι τύποι αργαλειών, όπως είναι ο όρθιος, της μέσης, ο καθιστός κ.ά. Στην Kρήτη χρησιμοποιούσαν τον καθιστό αργαλειό.

Weaving was done on the loom (argalios in Greek), called an argasitri or telaro in Crete. The loom had pride of place in the Cretan house. There are various types of loom, such as the vertical, backstrap and floor loom, etc. The floor loom was used in Crete.

argaleios

Αργαλειός

Loom

Μετά από την τακτοποίηση του νήματος στο στημόνι (διάσιμο), το μάζεμα στο αντί, την περαμάτιση των νημάτων του στημονιού (κάθετα νήματα) στους μίτους και το χτένι, και έχοντας τα σύνεργα στο σαϊτοκάλαθο, άρχιζαν οι ατέλειωτες ώρες δουλειάς της υφάντρας στο τελάρο.

Once the loom had been warped (diassimo) by attaching the warp yarns (those running the length of the loom), winding the warp onto the beam, threading the warp ends onto the heddles and sleying them on the shuttle, the weaver made sure her tools were in the saitokalatho (shuttle basket) and began countless hours of work at the loom.

hteni

Χτένι

Comb

saitokalatho

Σαϊτοκάλαθο

Shuttle Basket

Για το μαλλί η διαδικασία παρασκευής του νήματος περιλάμβανε τα εξής στάδια: το πλύσιμο των διαφόρων ποιοτήτων μαλλιού (ανάλογα την προέλευση), το ξάσιμο ώστε να μεταβληθεί σε τουλούπες (τούφες), το χεροχτένισμα με ειδικά χερόχτενα για το διαχωρισμό σε μαλλί πρώτης και δεύτερης ποιότητας, το κλώσιμο με το αδράχτι και τις ρόκες, το τυλιγάδιασμα με το τυλιγάδι, το καθάρισμα με ζεμάτισμα και σαπούνισμα, το ανεκύκλισμα με την ανέμη, το καλάμισμα ή μασούρισμα στα καλαμουκάνια.

For wool the process of making thread consisted of the following stages: the various qualities of wool (depending on its origin) were washed, hand-combed into touloupes (clumps), carded with special herohtena (carding-combs) to separate the wool into top and second quality, spun with the ardachti (distaff) and rokes (spindles), wound with the tyligadi (reel), cleaned by boiling and soaping, spun on the anemi (spinning wheel) and wound onto the kalamoukania (bobbins).

hteni

Χερόχτενα

Carding-Combs

saitokalatho

Αδράχτι

Distaff

saitokalatho

Ρόκα

Spindle

saitokalatho

Τυλιγάδι

Reel

saitokalatho

Ανέμη

Spinning Wheel

saitokalatho

Καλαμουκάνια

Bobbins

Για το βαμβάκι αρχικά γινόταν το ξεβαβούλισμα (διαχωρισμός του βαμβακιού από την κάψα), το ξεκούκιασμα (αφαίρεση σπόρων) με τον μάγγανο ή ξεκουκιστή, το στοίβαγμα με το δοξάρι για να μετατραπεί σε τουλούπες, και ακολουθούσε το κλώσιμο μόνο με αδράχτι, το τυλιγάδιασμα κ.ο.κ.

Cotton was first separated from the kapsa (boll) and the seeds removed using a xekoukistis (cotton gin). It was then packed into touloupes (clumps) with the doxari (bow), spun only with the ardachti, wound and processed as for wool.

maganos

Μάγγανος ή Ξεκουκιστής

Cotton Gin

doxari

Δοξάρι

Bow

Tα στάχυα του λιναριού τα ξερίζωναν, τα σκέπαζαν με πέτρες μέσα σε νερό (λινοβρόχια), τα στέγνωναν. Στη συνέχεια γινόταν το σπάθισμα με τη σπαθόβεργα και την ξυλογαϊδάρα, η μετατροπή των νημάτινων δεσμών σε στρουμπιά, το ξάσιμο, το χεροκτένισμα με τη δαγκάνα ή το χτενιά (ένα ταβλί με καρφιά που στηριζόταν σε βάση) και ακολουθούσε το κλώσιμο με το αδράχτι και τις ρόκες, το τυλιγάδιασμα με το τυλιγάδι, το καθάρισμα με ζεμάτισμα και σαπούνισμα, το ανεκύκλισμα με την ανέμη, το καλάμισμα ή μασούρισμα στα καλαμουκάνια, όπως ακριβώς στην περίπτωση του μαλλιού.

Linen was made from the stalks of the flax plant. The whole plant was uprooted, weighed down with stones and immersed in water for retting (linovrochia), and dried. The flax was then broken up or “scutched” with the spathoverga (rod) and the xylogaidara (wooden beater), the fibres turned into stroubia and carded or “hackled” by hand with the dagana (pincers) or the htenia (a board with nails in it supported on a wooden leg). It was then spun with the ardachti and rokes, wound with the tyligadi, cleaned by boiling and soaping, spun on the anemi and wound onto the massouria, just like wool.

spathoverga

Σπαθόβεργα

Rod

xylogaidara

Ξυλογαϊδάρα

Wooden Beater

Tο μετάξι το έπαιρναν οι μεταξούδες από τα βρασμένα κουκούλια του μεταξοσκώληκα, χτυπώντας τα με καλάμι μέσα στο ειδικό καζάνι, για να βγουν οι ίνες τους, τις οποίες στη συνέχεια έστριβαν και έδεναν σε ειδικό τροχό, τη σβίγα. Στο μετάξινο νήμα γινόταν ανέμισμα, ενώ δεν ήταν απαραίτητα το τυλιγάδιασμα, το ζεμάτισμα, το σαπούνισμα και το ανεκύκλισμα, γιατί το μεταξωτό νήμα ήταν ήδη ανθεκτικό για την ύφανση.

Silk was extracted from boiled silkworm cocoons by the metaxoudes (female silk workers). They stirred the cocoons with rods in a special cauldron to separate the strands, which were then twisted and wound around a special wheel, the sviga. The silk thread was then spun; it was not necessary to wind, boil and soap it, as it was already tough enough for weaving.

ifanta-image